ωτοκιχωἡωχκα
Hoppa till navigering
Hoppa till sök
Substantiv
ωτοκιχωἡωχκα (ωτοκιχωἡωχκα)
- coronavirus
Deklination
Inflektion | |||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Obest. | Obest. p. | Best. | Best. pl. | Gnom | Gnom p | Neg | Neg p | Int. | |
Verbkasus | |||||||||
Absolutiv | ωτοκιχωἡωχκεν | ωτοκιχωἡωχκειν | ωτοκιχωἡωχκον | ωτοκιχωἡωχκοιν | ωτοκιχωἡωχκαν | ωτοκιχωἡωχκαιν | ωτοκιχωἡωχκυν | ωτοκιχωἡωχκυιν | ωτοκιχωἡωχκων |
Ergativ | ωτοκιχωἡωχκεϧ | ωτοκιχωἡωχκειϧ | ωτοκιχωἡωχκοϧ | ωτοκιχωἡωχκοιϧ | ωτοκιχωἡωχκαϧ | ωτοκιχωἡωχκαιϧ | ωτοκιχωἡωχκυϧ | ωτοκιχωἡωχκυιϧ | ωτοκιχωἡωχκωϧ |
Dativ | ωτοκιχωἡωχκεσ | ωτοκιχωἡωχκεισ | ωτοκιχωἡωχκοσ | ωτοκιχωἡωχκοισ | ωτοκιχωἡωχκασ | ωτοκιχωἡωχκαισ | ωτοκιχωἡωχκυσ | ωτοκιχωἡωχκυισ | ωτοκιχωἡωχκωσ |
Lokativ | ωτοκιχωἡωχκεμ | ωτοκιχωἡωχκειμ | ωτοκιχωἡωχκομ | ωτοκιχωἡωχκοιμ | ωτοκιχωἡωχκαμ | ωτοκιχωἡωχκαιμ | ωτοκιχωἡωχκυμ | ωτοκιχωἡωχκυιμ | ωτοκιχωἡωχκωμ |
Ablativ | ωτοκιχωἡωχκεϥ | ωτοκιχωἡωχκειϥ | ωτοκιχωἡωχκοϥ | ωτοκιχωἡωχκοιϥ | ωτοκιχωἡωχκαϥ | ωτοκιχωἡωχκαιϥ | ωτοκιχωἡωχκυϥ | ωτοκιχωἡωχκυιϥ | ωτοκιχωἡωχκωϥ |
Instrumentalis | ωτοκιχωἡωχκεφ | ωτοκιχωἡωχκειφ | ωτοκιχωἡωχκοφ | ωτοκιχωἡωχκοιφ | ωτοκιχωἡωχκαφ | ωτοκιχωἡωχκαιφ | ωτοκιχωἡωχκυφ | ωτοκιχωἡωχκυιφ | ωτοκιχωἡωχκωφ |
Abessiv | ωτοκιχωἡωχκεθ | ωτοκιχωἡωχκειθ | ωτοκιχωἡωχκοθ | ωτοκιχωἡωχκοιθ | ωτοκιχωἡωχκαθ | ωτοκιχωἡωχκαιθ | ωτοκιχωἡωχκυθ | ωτοκιχωἡωχκυιθ | ωτοκιχωἡωχκωθ |
Essiv formal | ωτοκιχωἡωχκεγ | ωτοκιχωἡωχκειγ | ωτοκιχωἡωχκογ | ωτοκιχωἡωχκοιγ | ωτοκιχωἡωχκαγ | ωτοκιχωἡωχκαιγ | ωτοκιχωἡωχκυγ | ωτοκιχωἡωχκυιγ | ωτοκιχωἡωχκωγ |
Kausativ | ωτοκιχωἡωχκελ | ωτοκιχωἡωχκειλ | ωτοκιχωἡωχκολ | ωτοκιχωἡωχκοιλ | ωτοκιχωἡωχκαλ | ωτοκιχωἡωχκαιλ | ωτοκιχωἡωχκυλ | ωτοκιχωἡωχκυιλ | ωτοκιχωἡωχκωλ |
Substantivkasus | |||||||||
Genitiv | ωτοκιχωἡωχκεβ | ωτοκιχωἡωχκειβ | ωτοκιχωἡωχκοβ | ωτοκιχωἡωχκοιβ | ωτοκιχωἡωχκαβ | ωτοκιχωἡωχκαιβ | ωτοκιχωἡωχκυβ | ωτοκιχωἡωχκυιβ | ωτοκιχωἡωχκωβ |
Essiv-modal | ωτοκιχωἡωχκεχ | ωτοκιχωἡωχκειχ | ωτοκιχωἡωχκοχ | ωτοκιχωἡωχκοιχ | ωτοκιχωἡωχκαχ | ωτοκιχωἡωχκαιχ | ωτοκιχωἡωχκυχ | ωτοκιχωἡωχκυιχ | ωχ |
Komitativ | ωτοκιχωἡωχκερ | ωτοκιχωἡωχκειρ | ωτοκιχωἡωχκορ | ωτοκιχωἡωχκοιρ | ωτοκιχωἡωχκαρ | ωτοκιχωἡωχκαιρ | ωτοκιχωἡωχκυρ | ωτοκιχωἡωχκυιρ | ωτοκιχωἡωχκωρ |
Kasuslös form | |||||||||
ωτοκιχωἡωχκε | ωτοκιχωἡωχκει | ωτοκιχωἡωχκο | ωτοκιχωἡωχκοι | ωτοκιχωἡωχκα | ωτοκιχωἡωχκαι | ωτοκιχωἡωχκυ | ωτοκιχωἡωχκυι | ωτοκιχωἡωχκω |