Βειλωαλωσαγικο
Hoppa till navigering
Hoppa till sök
Etymologi
Från βειλωαλα + σαγικα i bestämd form
Substantiv
Βειλωαλωσαγικο (Βειλωαλωσαγικο)
- Minecraft
Deklination
Inflektion | ||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Verbkasus | Substantivkasus | |||||||||||
Kasuslös form | Absolutiv | Ergativ | Dativ | Lokativ | Ablativ | Instrumentalis | Abessiv | Essiv formal | Kausativ | Genitiv | Essiv-modal | Komitativ |
Βειλωαλωσαγικο | νὰ Βειλωαλωσαγικο | ϧὰ Βειλωαλωσαγικο | σὰ Βειλωαλωσαγικο | μὰ Βειλωαλωσαγικο | ϥὰ Βειλωαλωσαγικο | φὰ Βειλωαλωσαγικο | θὰ Βειλωαλωσαγικο | γὰ Βειλωαλωσαγικο | λὰ Βειλωαλωσαγικο | βὰ Βειλωαλωσαγικο | χὰ Βειλωαλωσαγικο | ρὰ Βειλωαλωσαγικο |