ωτικα
(Omdirigerad från ωτικ)
Hoppa till navigering
Hoppa till sök
Etymologi
Substantiv
ωτικα (ωτικα)
- mekanik
Deklination
Inflektion | |||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Obest. | Obest. p. | Best. | Best. pl. | Gnom | Gnom p | Neg | Neg p | Int. | |
Verbkasus | |||||||||
Absolutiv | ωτικεν | ωτικειν | ωτικον | ωτικοιν | ωτικαν | ωτικαιν | ωτικυν | ωτικυιν | ωτικων |
Ergativ | ωτικεϧ | ωτικειϧ | ωτικοϧ | ωτικοιϧ | ωτικαϧ | ωτικαιϧ | ωτικυϧ | ωτικυιϧ | ωτικωϧ |
Dativ | ωτικεσ | ωτικεισ | ωτικοσ | ωτικοισ | ωτικασ | ωτικαισ | ωτικυσ | ωτικυισ | ωτικωσ |
Lokativ | ωτικεμ | ωτικειμ | ωτικομ | ωτικοιμ | ωτικαμ | ωτικαιμ | ωτικυμ | ωτικυιμ | ωτικωμ |
Ablativ | ωτικεϥ | ωτικειϥ | ωτικοϥ | ωτικοιϥ | ωτικαϥ | ωτικαιϥ | ωτικυϥ | ωτικυιϥ | ωτικωϥ |
Instrumentalis | ωτικεφ | ωτικειφ | ωτικοφ | ωτικοιφ | ωτικαφ | ωτικαιφ | ωτικυφ | ωτικυιφ | ωτικωφ |
Abessiv | ωτικεθ | ωτικειθ | ωτικοθ | ωτικοιθ | ωτικαθ | ωτικαιθ | ωτικυθ | ωτικυιθ | ωτικωθ |
Essiv formal | ωτικεγ | ωτικειγ | ωτικογ | ωτικοιγ | ωτικαγ | ωτικαιγ | ωτικυγ | ωτικυιγ | ωτικωγ |
Kausativ | ωτικελ | ωτικειλ | ωτικολ | ωτικοιλ | ωτικαλ | ωτικαιλ | ωτικυλ | ωτικυιλ | ωτικωλ |
Substantivkasus | |||||||||
Genitiv | ωτικεβ | ωτικειβ | ωτικοβ | ωτικοιβ | ωτικαβ | ωτικαιβ | ωτικυβ | ωτικυιβ | ωτικωβ |
Essiv-modal | ωτικεχ | ωτικειχ | ωτικοχ | ωτικοιχ | ωτικαχ | ωτικαιχ | ωτικυχ | ωτικυιχ | ωχ |
Komitativ | ωτικερ | ωτικειρ | ωτικορ | ωτικοιρ | ωτικαρ | ωτικαιρ | ωτικυρ | ωτικυιρ | ωτικωρ |
Kasuslös form | |||||||||
ωτικε | ωτικει | ωτικο | ωτικοι | ωτικα | ωτικαι | ωτικυ | ωτικυι | ωτικω |