εωθνικα

Från Gonjo wiktionary
Hoppa till navigering Hoppa till sök

Etymologi

εωθναω (“att sova”) + -ικ (“abstrakt substantiv av verb”)

Substantiv

εωθνικα(εωθνικα)

  1. sömn

Deklination

Inflektion
Obest. Obest. p. Best. Best. pl. Gnom Gnom p Neg Neg p Int.
Verbkasus
Absolutiv εωθνικεν εωθνικειν εωθνικον εωθνικοιν εωθνικαν εωθνικαιν εωθνικυν εωθνικυιν εωθνικων
Ergativ εωθνικεϧ εωθνικειϧ εωθνικοϧ εωθνικοιϧ εωθνικαϧ εωθνικαιϧ εωθνικυϧ εωθνικυιϧ εωθνικωϧ
Dativ εωθνικεσ εωθνικεισ εωθνικοσ εωθνικοισ εωθνικασ εωθνικαισ εωθνικυσ εωθνικυισ εωθνικωσ
Lokativ εωθνικεμ εωθνικειμ εωθνικομ εωθνικοιμ εωθνικαμ εωθνικαιμ εωθνικυμ εωθνικυιμ εωθνικωμ
Ablativ εωθνικεϥ εωθνικειϥ εωθνικοϥ εωθνικοιϥ εωθνικαϥ εωθνικαιϥ εωθνικυϥ εωθνικυιϥ εωθνικωϥ
Instrumentalis εωθνικεφ εωθνικειφ εωθνικοφ εωθνικοιφ εωθνικαφ εωθνικαιφ εωθνικυφ εωθνικυιφ εωθνικωφ
Abessiv εωθνικεθ εωθνικειθ εωθνικοθ εωθνικοιθ εωθνικαθ εωθνικαιθ εωθνικυθ εωθνικυιθ εωθνικωθ
Essiv formal εωθνικεγ εωθνικειγ εωθνικογ εωθνικοιγ εωθνικαγ εωθνικαιγ εωθνικυγ εωθνικυιγ εωθνικωγ
Kausativ εωθνικελ εωθνικειλ εωθνικολ εωθνικοιλ εωθνικαλ εωθνικαιλ εωθνικυλ εωθνικυιλ εωθνικωλ
Substantivkasus
Genitiv εωθνικεβ εωθνικειβ εωθνικοβ εωθνικοιβ εωθνικαβ εωθνικαιβ εωθνικυβ εωθνικυιβ εωθνικωβ
Essiv-modal εωθνικεχ εωθνικειχ εωθνικοχ εωθνικοιχ εωθνικαχ εωθνικαιχ εωθνικυχ εωθνικυιχ ωχ
Komitativ εωθνικερ εωθνικειρ εωθνικορ εωθνικοιρ εωθνικαρ εωθνικαιρ εωθνικυρ εωθνικυιρ εωθνικωρ
Kasuslös form
εωθνικε εωθνικει εωθνικο εωθνικοι εωθνικα εωθνικαι εωθνικυ εωθνικυι εωθνικω