δριφϛεκα

Från Gonjo wiktionary
(Omdirigerad från δριφϛεκ)
Hoppa till navigering Hoppa till sök

Etymologi

δριφϛαω (“anställa”) + -εκ (“person som utför ett verb”)

Substantiv

δριφϛεκα(δριφϛεκα)

  1. arbetsgivare

Deklination

Inflektion
Obest. Obest. p. Best. Best. pl. Gnom Gnom p Neg Neg p Int.
Verbkasus
Absolutiv δριφϛεκεν δριφϛεκειν δριφϛεκον δριφϛεκοιν δριφϛεκαν δριφϛεκαιν δριφϛεκυν δριφϛεκυιν δριφϛεκων
Ergativ δριφϛεκεϧ δριφϛεκειϧ δριφϛεκοϧ δριφϛεκοιϧ δριφϛεκαϧ δριφϛεκαιϧ δριφϛεκυϧ δριφϛεκυιϧ δριφϛεκωϧ
Dativ δριφϛεκεσ δριφϛεκεισ δριφϛεκοσ δριφϛεκοισ δριφϛεκασ δριφϛεκαισ δριφϛεκυσ δριφϛεκυισ δριφϛεκωσ
Lokativ δριφϛεκεμ δριφϛεκειμ δριφϛεκομ δριφϛεκοιμ δριφϛεκαμ δριφϛεκαιμ δριφϛεκυμ δριφϛεκυιμ δριφϛεκωμ
Ablativ δριφϛεκεϥ δριφϛεκειϥ δριφϛεκοϥ δριφϛεκοιϥ δριφϛεκαϥ δριφϛεκαιϥ δριφϛεκυϥ δριφϛεκυιϥ δριφϛεκωϥ
Instrumentalis δριφϛεκεφ δριφϛεκειφ δριφϛεκοφ δριφϛεκοιφ δριφϛεκαφ δριφϛεκαιφ δριφϛεκυφ δριφϛεκυιφ δριφϛεκωφ
Abessiv δριφϛεκεθ δριφϛεκειθ δριφϛεκοθ δριφϛεκοιθ δριφϛεκαθ δριφϛεκαιθ δριφϛεκυθ δριφϛεκυιθ δριφϛεκωθ
Essiv formal δριφϛεκεγ δριφϛεκειγ δριφϛεκογ δριφϛεκοιγ δριφϛεκαγ δριφϛεκαιγ δριφϛεκυγ δριφϛεκυιγ δριφϛεκωγ
Kausativ δριφϛεκελ δριφϛεκειλ δριφϛεκολ δριφϛεκοιλ δριφϛεκαλ δριφϛεκαιλ δριφϛεκυλ δριφϛεκυιλ δριφϛεκωλ
Substantivkasus
Genitiv δριφϛεκεβ δριφϛεκειβ δριφϛεκοβ δριφϛεκοιβ δριφϛεκαβ δριφϛεκαιβ δριφϛεκυβ δριφϛεκυιβ δριφϛεκωβ
Essiv-modal δριφϛεκεχ δριφϛεκειχ δριφϛεκοχ δριφϛεκοιχ δριφϛεκαχ δριφϛεκαιχ δριφϛεκυχ δριφϛεκυιχ ωχ
Komitativ δριφϛεκερ δριφϛεκειρ δριφϛεκορ δριφϛεκοιρ δριφϛεκαρ δριφϛεκαιρ δριφϛεκυρ δριφϛεκυιρ δριφϛεκωρ
Kasuslös form
δριφϛεκε δριφϛεκει δριφϛεκο δριφϛεκοι δριφϛεκα δριφϛεκαι δριφϛεκυ δριφϛεκυι δριφϛεκω